leva - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

leva (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Το "leva" είναι ουσιαστικό στα ισπανικά.

Φωνητική αποτύπωση

Σημασίες & Χρήσεις

Το "leva" στα ισπανικά μπορεί να σημαίνει κυβέρνηση ή μοχλός (κυριολεκτικός ή μεταφορικός). Χρησιμοποιείται συχνότερα στη γραπτή γλώσσα παρά στην προφορική.

Χρήση σε Ρηματικές Μορφές

Δεν υπάρχει ρηματική μορφή για τη λέξη "leva" στα ισπανικά.

Παραδείγματα

  1. La leva de este gobierno ha sido larga y controvertida.
  2. Gira la leva para abrir la puerta.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "leva" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Ας δούμε μερικές εκ των παρακάτω, μετά μετάφραση στα ελληνικά:

  1. Tirar de la leva: Κάνω κάτι για να ξεκινήσει μία διαδικασία. Παράδειγμα: Ο director tiró de la leva y se inició la reorganización. (O διευθυντής έστριψε το μοχλό και ξεκίνησε η αναδιοργάνωση.)

  2. Echar mano a la leva: Χρησιμοποιώ μια κατάλληλη μεθοδολογία για να τελειώσω ένα έργο. Παράδειγμα: Tenemos que echar mano a la leva y seguir adelante con este proyecto. (Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την κατάλληλη μέθοδο και να συνεχίσουμε με το σχέδιο αυτό.)

  3. Cambiar la leva: Αλλάζω τη μεθοδολογία που ακολουθώ. Παράδειγμα: Si esto no funciona, tendremos que cambiar la leva. (Αν αυτό δεν λειτουργεί, θα πρέπει να αλλάξουμε τη μέθοδο.)

  4. Levantar la leva: Να ξεκινήσει μία ενέργεια ή δραστηριότητα. Παράδειγμα: Se levantó la leva y empezaron los problemas. (Ανοίχτηκε το θέμα και άρχισαν τα προβλήματα.)

Ετυμολογία

Η λέξη "leva" προέρχεται από το λατινικό "levāre", που σημαίνει "ανυψώνω" ή "σηκώνω".

Συνώνυμα & Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Gobierno (κυβέρνηση) - Manija (μοχλός)

Αντώνυμα: - Caos (χάος) - Orden (τάξη)