Η λέξη «levita» είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης «levita» στα ισπανικά, χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA), είναι /leˈβit.a/.
Η λέξη «levita» μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - Λεβίτα (συνήθως αναφέρεται σε μία αμφίεση ή ένδυμα που φορείται από θρησκευτικούς ηγέτες, κυρίως στον Ιουδαϊσμό).
Η λέξη «levita» αναφέρεται σε ένα μέλος της φυλής των Λευιτών, οι οποίοι στο παραδοσιακό Ιουδαϊκό πλαίσιο θεωρούνται ιερείς και υπηρετούν στο ναό. Στα ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε θρησκευτικά ή πολιτιστικά συμφραζόμενα που σχετίζονται με τον Ιουδαϊσμό. Σαφώς εντοπίζεται σε γραπτά κείμενα παραπάνω από προφορικά, λόγω της θρησκευτικής και ιστορικής της φύσης.
Ο λεβίτης ήταν υπεύθυνος για τις τελετές στον ναό.
Se dice que los levitas tienen una conexión especial con Dios.
Η λέξη «levita» δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να συνδυαστεί σε συμφραζόμενα που αφορούν θρησκευτική ναοδομία ή παραδόσεις. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
Οι λεβίτες είναι οι φρουροί της πίστης.
La tradición de los levitas se remonta a tiempos antiguos.
Η παράδοση των λεβιτών χρονολογείται από αρχαίους χρόνους.
Se espera que los levitas conduzcan los rituales con reverencia.
Η λέξη «levita» προέρχεται από την εβραϊκή λέξη לְוִי (Levi), που αναφέρεται στη φυλή των Λευιτών, οι οποίοι είναι οι απόγονοι του Λευί, γιου του Ιακώβ.
Συνώνυμα: - Υιός του Λευί - Ιερέας (σε συγκεκριμένα θρησκευτικά συμφραζόμενα)
Αντώνυμα: - (Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα, καθώς η έννοια του λεβίτη είναι συγκεκριμένη και συνδεδεμένη με θεολογικούς όρους).