Η λέξη "ley" στα Ισπανικά είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "ley" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /lej/.
Η λέξη "ley" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "νόμος".
Η λέξη "ley" αναφέρεται σε κανόνες ή κανονισμούς που έχουν θεσπιστεί από ένα οργανωμένο σύστημα εξουσίας, όπως η κυβέρνηση, και επιβάλλονται για να κατευθύνουν τη συμπεριφορά των πολιτών. Χρησιμοποιείται συχνά σε νομικά και κοινωνικά πλαίσια.
Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, καθώς συνδέεται με νομικές και πολιτικές συζητήσεις, και χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο, όπως σε νομικά έγγραφα ή κείμενα.
Ο νόμος προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Es importante conocer la ley para defender nuestros derechos.
Η λέξη "ley" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Η φράση αυτή χρησιμοποιείται για να περιγράψει την παραβίαση ενός νόμου.
A ley de vida.
Σημαίνει ότι κάτι είναι αναπόφευκτο ή πρέπει να γίνεται.
Ley de causa y efecto.
Αναφέρεται στην ευρέως αποδεκτή αρχή ότι κάθε δράση έχει μια αντίκτυπη αντίδραση.
No hay ley que no tenga excepción.
Η λέξη "ley" προέρχεται από το λατινικό "lex", που σημαίνει "νόμος" ή "κανονισμός".
Αυτές οι πληροφορίες δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "ley" στη γλώσσα Ισπανικά, συμπεριλαμβανομένων της σημασίας, της χρήσης, των ιδιωματικών εκφράσεων και άλλων σχετικών στοιχείων.