leyes - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

leyes (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "leyes" είναι ουσιαστικό και είναι ο πληθυντικός τύπος του "ley", που σημαίνει "νόμος".

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "leyes" είναι:
/ˈle.ɪ.es/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "leyes" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να αναφερθεί στους νομικούς κανονισμούς που διέπουν μια κοινωνία. Είναι μια λέξη που βρίσκεται συχνά σε νομικά, πολιτικά και κοινωνικά κείμενα. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά συναντάται πιο συχνά στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε επίσημες ή ακαδημαϊκές αναφορές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Las leyes deben ser respetadas por todos.
    (Οι νόμοι πρέπει να γίνονται σεβαστοί από όλους.)

  2. Las leyes de protección ambiental se están actualizando.
    (Οι νόμοι για την προστασία του περιβάλλοντος ενημερώνονται.)

  3. Es importante conocer las leyes de tu país.
    (Είναι σημαντικό να γνωρίζεις τους νόμους της χώρας σου.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "leyes" είναι σημαντική και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Sujeto a las leyes del mercado.
    (Υπόκειται στους νόμους της αγοράς.)
    Αυτή η φράση αναφέρεται σε καταστάσεις που καθορίζονται από τις ρυθμιστικές δυνάμεις της αγοράς.

  2. Ley de vida.
    (Νόμος της ζωής.)
    Αναφέρεται στους γενικούς κανόνες ή αρχές που διέπουν τη ζωή.

  3. A las leyes del juego.
    (Σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού.)
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ότι κάποιος πρέπει να ακολουθήσει τους κανόνες για να συμμετάσχει σε μια κατάσταση ή παιχνίδι.

  4. Hacer valer las leyes.
    (Να επιβληθούν οι νόμοι.)
    Αναφέρεται στη διαδικασία της εφαρμογής ή επιβολής των νόμων.

  5. Ley en la mano.
    (Νόμος στο χέρι.)
    Συνήθως σημαίνει ότι κάποιος έχει μια δύναμη ή χρήσιμη θέση.

  6. Conocer las leyes al dedillo.
    (Γνωρίζω τους νόμους απ' έξω και ανακατωτά.)
    Χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει πλήρη γνώση των νόμων.

Ετυμολογία

Η λέξη "ley" προέρχεται από τη λατινική λέξη "lex", "legis", που σημαίνει "νόμος". Η χρήση του ενδέχεται να έχει εξελιχθεί μέσα από τις νομικές και πολιτικές παραδόσεις της Ισπανίας.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- normativas (κανόνες) - reglas (κανόνες)

Αντώνυμα:
- anarquía (αναρχία) - desorden (αταξία)

Αυτή είναι μια πλήρης ανάλυση της λέξης "leyes" στα Ισπανικά με μεταφράσεις, παραδείγματα και άλλες σχετικές πληροφορίες.



22-07-2024