Η λέξη "llamarada" είναι ένα ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Φωνητική μεταγραφή: [ʎa.maˈɾa.ða]
Η λέξη "llamarada" χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία έντονη και συνήθως εφήμερη φλόγα ή φως, όπως αυτή που συμβαίνει σε πυρκαγιές ή όταν ένα άγνωστο αντικείμενο εκτίθεται σε υψηλή θερμοκρασία. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιγράμματα που σχετίζονται με φυσικά φαινόμενα ή φωτιά. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή σε γραπτό κείμενο και λιγότερο στον προφορικό λόγο.
La llamarada del fuego iluminó toda la sala.
(Η λάμψη της φωτιάς φωτίζει όλη την αίθουσα.)
Durante la tormenta, hubo una llamarada que asustó a todos.
(Κατά τη διάρκεια της καταιγίδας, υπήρξε μία αναλάμψη που τρόμαξε όλους.)
La llamarada del volcán era visible desde kilómetros de distancia.
(Η φλόγα του ηφαιστείου ήταν ορατή από χιλιόμετρα μακριά.)
Αν και η λέξη "llamarada" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, υπάρχουν κάποιες φράσεις που σχετίζονται με την έννοια της και αναφέρονται σε καταστάσεις ή φαινόμενα.
Μια φράση που υποδηλώνει ότι η κατάσταση ή η ένταση κάποιου θέματος αυξάνεται.
(Η φλόγα εντείνεται.)
"Llamarada de ira"
Αναφέρεται σε μία έντονη εκδήλωση θυμού, όπως η φλόγα που φουντώνει.
(Φλόγα οργής.)
"Siento una llamarada de pasión"
Η λέξη "llamarada" προέρχεται από το ρήμα "llamar", που σημαίνει "καλώ" ή "φωνάζω", συν την κατάληξη "-ada", που γενικά χρησιμοποιείται για να δηλώσει την πράξη ή το αποτέλεσμα μιας ενέργειας. Έτσι συνδυάζει την έννοια της "κλήσης" ή "φωνής" με την εικόνα του φωτός ή της φλόγας.
Συνώνυμα: - Resplandor (λάμψη) - Llama (φλόγα)
Αντώνυμα: - Oscuridad (σκοτάδι) - Apagón (σβήσιμο)