Η λέξη llamativo είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης llamativo με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι /ʝa.maˈti.βo/.
Η λέξη llamativo χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανών για να περιγράψει κάτι που είναι εντυπωσιακό ή προσελκυστικό. Συχνά χρησιμοποιείται σε συζητήσεις που αφορούν την εμφάνιση, τα χρώματα, την τέχνη ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση όπου κάτι προσελκύει την προσοχή. Η χρήση της είναι πιο κοινή στον προφορικό λόγο, αν και υπάρχει και ευρεία χρήση γραπτώς.
Το φόρεμα που φοράει είναι πολύ εντυπωσιακό.
Me gusta su estilo porque es llamativo y diferente.
Μου αρέσει το στυλ του γιατί είναι προκλητικό και διαφορετικό.
El cartel de la película es llamativo y colorido.
Η λέξη llamativo χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις που επισημαίνουν την πρόσκτηση προσοχής ή την αξία:
Κάτι εντυπωσιακό προσελκύει την προσοχή όλων.
Siempre viste de forma llamativa para destacarse.
Πάντα ντύνεται με εντυπωσιακό τρόπο για να ξεχωρίσει.
Su comportamiento llamativo no pasó desapercibido.
Η προκλητική του συμπεριφορά δεν πέρασε απαρατήρητη.
El coche es tan llamativo que atrae miradas en la calle.
Το αυτοκίνητο είναι τόσο ελκυστικό που προσελκύει βλέμματα στον δρόμο.
La decoración de la fiesta fue muy llamativa, con luces brillantes.
Η λέξη llamativo προέρχεται από το ρήμα llamar, που σημαίνει "να καλείς" ή "να προσελκύεις" και έχει δημιουργηθεί προσθέτοντας το επίθημα -tivo, το οποίο δηλώνει ικανότητα ή ιδιότητα.
Συνώνυμα: - atrayente (ελκυστικός) - impactante (εντυπωσιακός)
Αντώνυμα: - soso (άτονος) - aburrido (βαρετός)