llamo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

llamo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το ρήμα "llamo" είναι η πρώτη ενικό προφορά του ρήματος "llamar", που σημαίνει "να καλέσω" ή "να τηλεφωνήσω". Χρησιμοποιείται για να δηλώσει την πράξη του να καλείς ή να επικοινωνείς με κάποιον είτε μέσω τηλεφώνου είτε με άλλους τρόπους. Εμφανίζεται συχνά στην καθημερινή ομιλία και στα γραπτά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Yo llamo a mi madre todos los días.
  2. (Καλώ τη μαμά μου κάθε μέρα.)

  3. Ellos me llaman en caso de emergencia.

  4. (Με καλούν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.)

  5. Mi amigo siempre llama antes de venir.

  6. (Ο φίλος μου πάντα καλεί πριν έρθει.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Στην ισπανική γλώσσα, μπορεί να βρείτε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη "llamar":

  1. Llamar la atención
  2. (Τραβάω την προσοχή)
  3. Ese cuadro llama mucho la atención en la galería.
  4. (Αυτή η εικόνα τραβάει πολύ την προσοχή στην γκαλερί.)

  5. Llamar a las puertas

  6. (Χτυπάω τις πόρτες)
  7. Ellos decidieron llamar a las puertas de todos los vecinos para pedir ayuda.
  8. (Αποφάσισαν να χτυπήσουν τις πόρτες όλων των γειτόνων για να ζητήσουν βοήθεια.)

  9. No llamar a la puerta

  10. (Να μην χτυπάς την πόρτα)
  11. Es de mala educación no llamar a la puerta antes de entrar.
  12. (Είναι κακή ανατροφή να μην χτυπάς την πόρτα πριν μπεις.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "llamo" προέρχεται από το λατινικό "clamare", που σημαίνει "ταγματοποιώ" ή "φωνάζω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Αυτές οι πληροφορίες θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε τη χρήση και τη σημασία της λέξης "llamo" στην ισπανική γλώσσα.



23-07-2024