Η λέξη "llave bifurcada" στα Ισπανικά είναι ουσιαστικό το οποίο αποτελείται από τις λέξεις "llave" (κλειδί) και "bifurcada" (διαιρεμένο).
Φωνητική μεταγραφή: /ˈʝa.βe bi.fuɾ.ˈka.ða/
"Siempre llevo conmigo una llave bifurcada, por si acaso." Μετάφραση: "Φέρνω πάντα μαζί μου ένα διαιρεμένο κλειδί, για κάθε ενδεχόμενο."
"El cerrajero utilizó una llave bifurcada para abrir la puerta." Μετάφραση: "Ο κλειδαράς χρησιμοποίησε ένα διαιρεμένο κλειδί για να ανοίξει την πόρτα."
Η λέξη "llave" προέρχεται από τα Λατινικά "clavis", ενώ η λέξη "bifurcada" προέρχεται από το Ισπανικό "bifurcar".