lleno - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

lleno (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το lleno είναι ένα ρήμα στα Ισπανικά.

Φωνητική αναπαράσταση

lleno: /ˈʎeno/

Σημασίες και χρήσεις

Το ρήμα lleno στα Ισπανικά σημαίνει "γεμάτος" ή "γεμίζω". Χρησιμοποιείται τόσο στον πρώτο όσο και στον τρίτο πρόσωπο του χρόνου. Χρησιμοποιείται εν γένει στον γραπτό και προφορικό λόγο.

Χρόνοι ρήματος

  1. Presente: lleno
  2. Pretérito perfecto simple: llené
  3. Pretérito imperfecto: llenaba
  4. Pretérito perfecto compuesto: he llenado
  5. Pretérito pluscuamperfecto: había llenado
  6. Futuro: llenaré

Μεταφράσεις

Μερικές ελληνικές μεταφράσεις του "lleno" είναι "γεμάτος" και "γεμίζω".

Παραδείγματα

  1. La botella está llena de agua.
    Η φιάλη είναι γεμάτη με νερό.

  2. Llenamos los vasos de jugo.
    Γεμίσαμε τα ποτήρια με χυμό.

Σταθερές εκφράσεις

Το ρήμα lleno συχνά χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

  1. Estar lleno/a hasta la bandera (σημασία: να είναι πολύ γεμάτος/η)
    Ο θεατρικός χώρος ήταν γεμάτος μέχρι τη σημαία. (Άλλη έκφραση σε παρόμοιο νόημα με "γεμάτος/η").

  2. Llevar el vaso medio lleno (σημασία: να είσαι αισιόδοξος αντί για απαισιόδοξος)
    Φέρνοντας το ποτήρι με το μισογεμάτο νερό. (Άλλη έκφραση σε παρόμοιο νόημα με το να είσαι αισιόδοξος).

  3. Estar a las duras y a las maduras (σημασία: σε καλές και κακές στιγμές)
    Να είναι με τις δυσκολίες και τα κύματα. (Έκφραση που υπογραμμίζει τις διάφορες καταστάσεις που μπορεί να αντιμετωπίσει κάποιος).

Ετυμολογία

Το ρήμα lleno προέρχεται από την λατινική λέξη "plenus", η οποία σημαίνει "γεμάτος".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Repleto - Colmado

Αντώνυμα: - Vacío - Vaciar