Η λέξη llovizna είναι ουσιαστικό.
/ʎoˈβiz.na/
Η llovizna αναφέρεται σε μια ελαφριά και συχνά συνεχόμενη βροχή, που δεν έχει την ένταση μιας καταιγίδας ή μιας ισχυρής βροχής. Χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή γλώσσα, είτε στον προφορικό είτε στον γραπτό λόγο, με μέτρια συχνότητα. Εμφανίζεται κυρίως σε συνομιλίες σχετικά με τον καιρό.
Σήμερα υπάρχει ένα ψιλόβροχο που δεν σταματά.
La llovizna hizo que las calles se pusieran resbaladizas.
Το ψιλόβροχο έκανε τις δρόμους να γίνουν ολισθηροί.
Me gusta caminar bajo la llovizna, es muy relajante.
Η λέξη llovizna χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως σχετικές με τον καιρό και τις συνθήκες της φύσης.
Μετά το ψιλόβροχο, η ατμόσφαιρα φαίνεται φρέσκια.
No olvides llevar paraguas, puede haber llovizna.
Μην ξεχάσεις να πάρεις ομπρέλα, μπορεί να υπάρξει ψιλόβροχο.
Una llovizna suave es perfecta para un paseo.
Ένα απαλό ψιλόβροχο είναι τέλειο για μια βόλτα.
Los campos lucen hermosos después de la llovizna.
Η λέξη llovizna προέρχεται από το ρήμα llover (βρέχει) και η κατάληξη -izna δηλώνει την ελαφρότητα ή την λεπτότητα της βροχής.
Αυτή η ανάλυση καλύπτει όλες τις σχετικές πτυχές της λέξης llovizna στην ισπανική γλώσσα.