luchador - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

luchador (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "luchador" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "luchador" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι /lu.t͡ʃaˈðoɾ/.

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "luchador" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - παλαιστής - μαχητής

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "luchador" αναφέρεται σε κάποιον που συμμετέχει σε μάχες ή αγώνες, κυρίως σε βαρέα αθλήματα όπως η πάλη (lucha libre). Χρησιμοποιείται τόσο στο προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, αν και είναι πιο κοινή σε συνθήκες που σχετίζονται με τον αθλητισμό ή την τηλεόραση. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, με παραπάνω αναφορές σε αθλητικά και ψυχαγωγικά πλαίσια.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. El luchador ganó el campeonato el año pasado.
  2. Ο παλαιστής κέρδισε το πρωτάθλημα πέρυσι.

  3. Cada luchador tiene su propio estilo de combate.

  4. Κάθε παλαιστής έχει το δικό του στυλ μάχης.

  5. El luchador famoso hará una aparición en el evento.

  6. Ο διάσημος παλαιστής θα κάνει μια εμφάνιση στην εκδήλωση.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "luchador" χρησιμοποιείται συχνά σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την αντοχή και την αποφασιστικότητα. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:

  1. Ser un luchador en la vida.
  2. Να είσαι ένας μαχητής στη ζωή. (Αναφέρεται σε κάποιον που αγωνίζεται για τους στόχους του.)

  3. Luchador por tus sueños.

  4. Πάλεψε για τα όνειρά σου. (Παρακίνηση για να κυνηγήσεις τους στόχους σου.)

  5. No te rindas, eres un luchador.

  6. Μην τα παρατάς, είσαι ένας μαχητής. (Υποστήριξη σε κάποιον που περνά δύσκολες στιγμές.)

  7. Cada luchador tiene su batalla.

  8. Κάθε μαχητής έχει τη μάχη του. (Αναγνώριση ότι ο καθένας αντιμετωπίζει τις δικές του προκλήσεις.)

  9. Luchador y perseverante hasta el final.

  10. Μαχητής και επιμένων μέχρι το τέλος. (Περιγράφει κάποιον που δεν απογοητεύεται.)

Ετυμολογία

Η λέξη "luchador" προέρχεται από το ρήμα "luchar", που σημαίνει "παλεύω" ή "αγωνίζομαι" στα Ισπανικά, με την προσθήκη του καταληκτικού -dor, που υποδηλώνει κάποιον που εκτελεί την ενέργεια του ρήματος.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - peleador (μαχητής) - combatiente (μάχος)

Αντώνυμα: - rendido (παραιτημένος) - inactivo (αδρανής)



23-07-2024