Η λέξη "lujuria" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης είναι /luˈxuɾja/.
Η λέξη "lujuria" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - λαγνεία - πορνεία - επιθυμία
Η "lujuria" αναφέρεται σε μια έντονη και συχνά καταναγκαστική επιθυμία ή λαγνεία για σεξουαλική ικανοποίηση. Χρησιμοποιείται συχνά στη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία και τις θρησκευτικές συζητήσεις για να αναφερθεί σε αρνητικές πλευρές της επιθυμίας. Η χρήση της λέξης είναι συνηθισμένη και μπορεί να βρεθεί σε διάφορα πλαίσια, τόσο προφορικά όσο και γραπτά.
Η "lujuria" χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτό λόγο, όπως σε λογοτεχνία ή ακαδημαϊκές συζητήσεις, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε προφορικές συζητήσεις, κυρίως όταν οι άνθρωποι συζητούν θέματα ηθικής ή ψυχολογίας.
Η λαγνεία μπορεί να οδηγήσει σε απερίσκεπτες αποφάσεις.
En algunas culturas, la lujuria es considerada un pecado.
Σε ορισμένες κουλτούρες, η λαγνεία θεωρείται αμάρτημα.
Controlar la lujuria es fundamental para el bienestar emocional.
Η λέξη "lujuria" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
(Σημαίνει να παραδοθεί στις επιθυμίες του.)
Lujuria descontrolada.
(Αναφέρεται σε μια κατάσταση όπου η λαγνεία δεν μπορεί να ελεγχθεί.)
Lujuria y pasión van de la mano.
(Σημαίνει ότι συχνά η λαγνεία συνοδεύεται από πάθος.)
Vivir en lujuria.
Η λέξη "lujuria" προέρχεται από τη λατινική λέξη "luxuria", που σημαίνει "άφθονη κατανάλωση" ή "πολυτέλεια", και αναφέρεται σε υπερβολική ηδονή ή επιθυμία.