Lunes είναι ουσιαστικό αρσενικού γένους στα Ισπανικά.
Η φωνητική μεταγραφή του "lunes" είναι /ˈlunes/.
Η λέξη "lunes" αναφέρεται στη δεύτερη ημέρα της εβδομάδας, ακολουθώντας την Κυριακή. Είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε καθημερινές συνομιλίες και προγραμματισμούς, εφ' όσον οι άνθρωποι συχνά αναφέρονται σε ημέρες της εβδομάδας για να κανονίζουν ραντεβού και εκδηλώσεις.
Το "lunes" χρησιμοποιείται συχνά και στον προφορικό λόγο, αλλά και στο γραπτό πλαίσιο, καθώς αποτελεί βασικό κομμάτι της καθημερινής ορολογίας.
Hoy es lunes y tengo que ir a trabajar.
(Σήμερα είναι Δευτέρα και πρέπει να πάω στη δουλειά.)
Los lunes suelen ser días difíciles para muchos.
(Οι Δευτέρες συνήθως είναι δύσκολες ημέρες για πολλούς.)
El lunes tenemos una reunión importante en la oficina.
(Τη Δευτέρα έχουμε μια σημαντική συνάντηση στο γραφείο.)
Η λέξη "lunes" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως για να δηλώσει την αρχή της εβδομάδας ή τη δύσκολη φύση που μπορεί να έχουν οι Δευτέρες.
Lunes de resaca.
(Δευτέρα από την κραιπάλη.)
Αυτή η φράση χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια Δευτέρα που ακολουθεί ένα σαββατοκύριακο με υπερβολές.
El lunes empieza la rutina.
(Η Δευτέρα ξεκινά τη ρουτίνα.)
Αυτή η φράση αναφέρεται στην επιστροφή στο κανονικό πρόγραμμα μετά το σαββατοκύριακο.
Lunes es el día de la vuelta al trabajo.
(Η Δευτέρα είναι η μέρα επιστροφής στη δουλειά.)
Δηλώνει ότι η Δευτέρα σηματοδοτεί την επιστροφή στην εργασία μετά το σαββατοκύριακο.
Η λέξη "lunes" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "Luna", που σημαίνει "φεγγάρι". Η σύνδεση με το φεγγάρι είναι κοινή, καθώς πολλές γλώσσες συνδέουν τις ημέρες της εβδομάδας με πλανήτες ή φυσικά φαινόμενα.
Αυτά τα στοιχεία στοχεύουν να παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα γύρω από την λέξη "lunes" στα Ισπανικά.