Ο όρος "lustre" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "lustre" στα Ισπανικά είναι /ˈlústre/.
Ο όρος "lustre" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - λουστρίνι (σχετικά με την επιφάνεια) - λάμψη - γυαλάδα
Στα Ισπανικά, η λέξη "lustre" αναφέρεται στη λάμψη, τη γυαλάδα ή την επιφάνεια ενός αντικειμένου ή υλικού, που αποδίδει μία αίσθηση φωτεινότητας και ελκυστικότητας. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και συχνά συναντάται περισσότερο σε γραπτά κείμενα που αναφέρονται σε περιγραφές ή σε καλλιτεχνικά έργα.
El lustre de la mesa de madera es impresionante.
(Η γυαλάδα του ξύλινου τραπεζιού είναι εντυπωσιακή.)
Necesitamos aplicar un nuevo lustre a los zapatos.
(Πρέπει να εφαρμόσουμε μία νέα γυαλάδα στα παπούτσια.)
Ο όρος "lustre" χρησιμοποιείται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μερικές φράσεις που τον περιέχουν περιλαμβάνουν:
Dar lustre a algo
(Να δώσετε λάμψη σε κάτι)
"El artista quiere dar lustre a su nueva obra."
(Ο καλλιτέχνης θέλει να δώσει λάμψη στο νέο του έργο.)
Salir a brillar con lustre
(Να βγείτε να λάμψετε)
"Ella salió a la fiesta con lustre y elegancia."
(Αυτή βγήκε στην πάρτι με λάμψη και κομψότητα.)
Un lustre especial
(Μία ειδική λάμψη)
"La decoración le da un lustre especial a la habitación."
(Η διακόσμηση δίνει μία ειδική λάμψη στο δωμάτιο.)
Ο όρος "lustre" προέρχεται από τη λατινική λέξη "lustra", που σημαίνει "λάμψη" ή "γυαλάδα". Η χρήση του στα Ισπανικά κρατά αυτή τη σημασία, εστιάζοντας στην αισθητική πλευρά των επιφανειών.
Συνώνυμα: - Brillo (λάμψη) - Resplandor (ανταύγεια) - Esplendor (μεγαλοπρέπεια)
Αντώνυμα: - Opacidad (θαμπάδα) - Sombra (σκιά) - Mate (θαμπός)