mÉdula - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

mÉdula (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μετάδοση Φωνήής

mÉdula Part of speech: Noun Phonetic transcription: /ˈme.ðu.la/ Σημασίες: 1. Εσωτερικό μέρος των οστών στο οποίο παράγονται τα κύτταρα του αίματος. 2. Κέντρο ή ουσία σε κάποιο αντικείμενο ή οντότητα. Χρήση: Η λέξη "médula" χρησιμοποιείται τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή ισπανική γλώσσα. Είναι μία λέξη που χρησιμοποιείται αρκετά συχνά, ιδίως σε επιστημονικό και ιατρικό περιβάλλον.

Συνώνυμα: πυρήνας, κεντρικό τμήμα Αντώνυμα: περιφέρεια

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. La médula ósea es fundamental para la producción de glóbulos rojos.
  2. El médula de este problema radica en la falta de comunicación.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "médula" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα:

  1. Sacar la médula a algo/alguien: Translation: Να βγάλεις τη μέδουλα από κάτι/κάποιον.
  2. No enojes a Carlos, que es capaz de sacarte la médula con sus críticas.

  3. Estudiar la médula de algo: Translation: Να μελετήσεις τη μέδουλα κάτι.

  4. Es importante estudiar la médula de este problema antes de tomar una decisión.

  5. Hasta la médula: Translation: Μέχρι τη μέδουλα.

  6. Esa persona es leal hasta la médula, siempre está dispuesta a ayudar.

  7. Estar en la médula: Translation: Να είναι στη μέδουλα κάτι.

  8. La honestidad está en la médula de su carácter.

  9. Hacerse a la médula: Translation: Να γίνει κάποιος ένα με την μέδουλα.

  10. Después de años de entrenamiento, se ha hecho a la médula de la disciplina.

Ετυμολογία

Η λέξη "médula" προέρχεται από το λατινικό "medulla" που σήμαινε τη μέση ή το κέντρο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: πυρήνας, κεντρικό τμήμα Αντώνυμα: περιφέρεια