Η λέξη "maceta" είναι ουσιαστικό, θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "maceta" με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /maˈθeta/ (στην Ισπανία) ή /maˈseta/ (συχνά χρησιμοποιούμενη σε χώρες της Λατινικής Αμερικής).
Η λέξη "maceta" αναφέρεται συνήθως σε έναν δοχείο ή μια γλάστρα όπου φυτεύονται λουλούδια ή φυτά. Χρησιμοποιείται με μεγάλη συχνότητα στον προφορικό λόγο, καθώς και σε γραπτά κείμενα που σχετίζονται με κήπους και φυτά. Είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε καθημερινές συζητήσεις και σε περιβάλλοντα που ασχολούνται με τη γεωργία ή τη διακόσμηση.
"La maceta de flores está en la ventana."
(Η γλάστρα με τα λουλούδια είναι στο παράθυρο.)
"Necesito comprar una maceta nueva para mis plantas."
(Χρειάζομαι να αγοράσω μια νέα γλάστρα για τα φυτά μου.)
"Ella decoró el balcón con tres macetas."
(Αυτή διακόσμησε το μπαλκόνι με τρεις γλάστρες.)
Η λέξη "maceta" δεν είναι ιδιαίτερα θεμελιώδης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να βρείτε κάποιες φράσεις στο καθημερινό λεξιλόγιο:
"Estar como una maceta."
(Είναι σαν μια γλάστρα.) - Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι ανίκανος να συμμετάσχει ή είναι άσκοπα παρών.
"No vale más que una maceta."
(Δεν αξίζει περισσότερο από μια γλάστρα.) - Χρησιμοποιείται για να εκφράσει ότι κάτι δεν έχει καμία αξία.
"Poner en su maceta."
(Να το βάλεις στη γλάστρα του.) - Μια έκφραση που σημαίνει να διορθώσεις ή να βάλεις κάτι στη θέση του.
Η λέξη "maceta" προέρχεται από τη λατινική λέξη "macetum", η οποία σχετίζεται με θηλυκά ουσιαστικά και αναφερόταν σε μικρές δομές ή περιβόλους.
"recipiente" (δοχείο)
Αντώνυμα:
Η λέξη "maceta" είναι κοινώς αναγνωρίσιμη και χρησιμοποιείται συχνά σε διαφορετικά συμφραζόμενα, κυρίως σε θέματα που σχετίζονται με την κηπουρική και τη διακόσμηση.