Η λέξη madeja είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/madeχa/
Η λέξη madeja αναφέρεται συνήθως σε ένα κουβάρι νήματος ή κλωστής. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση ενός νήματος που είναι τυλιγμένο σε σφαιρική ή κυλινδρική μορφή. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη συναντάται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με κάποια συχνότητα στην καθημερινή ομιλία.
Δεν μπορώ να βρω το κουβάρι του νήματος που χρησιμοποίησα χθες.
Ella compró una madeja de lana para tejer un suéter.
Η λέξη madeja δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες εκφράσεις που περιλαμβάνουν το "νήμα". Ακολουθούν κάποιες σχετικές παραδείγματα:
Σημαίνει να αναλύει κανείς μια περίπλοκη κατάσταση ή πρόβλημα.
Hacer madeja.
Αυτό μπορεί να σημαίνει να δημιουργείς σύγχυση ή να ανακατεύεις μια κατάσταση.
Estar enredado en la madeja.
Η λέξη madeja προέρχεται από το Αραβικό "مادكة" (mādaka), που σημαίνει κόμπος ή τύλιγμα. Η ρίζα της είναι συνδεδεμένη με τις έννοιες του τυλίγματος και του συνδέσμου.
ovillo (κουβάρι)
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες χαρακτηρίζουν τη λέξη madeja και παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη χρήση της στη γλώσσα Ισπανικά.