madraza: Ουσιαστικό, θηλυκό.
/maˈðɾaθa/ (ισπανικά της Ισπανίας) ή /maˈðɾasa/ (ισπανικά της Λατινικής Αμερικής)
Η λέξη madraza χρησιμοποιείται στους ισπανόφωνους πολιτισμούς κυρίως για να αναφερθεί σε μια μητέρα ή γυναίκα που είναι εξαιρετικά καλή ή τρυφερή. Συχνά, η σημασία είναι θετική και υποδηλώνει μεγάλη αγάπη και αφοσίωση.
Συχνότητα χρήσης: Χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτές μορφές.
Μετάφραση: Αυτή είναι μια εξαιρετική μητέρα και πάντα φροντίζει τα παιδιά της.
Todos dicen que mi abuela es una madraza.
Μετάφραση: Όλοι λένε ότι η γιαγιά μου είναι μια υπέροχη μάνα.
La madraza de mi amiga me hizo sentir como en casa.
Η λέξη madraza μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ιδιωματικές φράσεις. Ακολουθούν παραδείγματα:
Μετάφραση: Δεν υπάρχει καμία μάνα που να μην κάνει θυσίες για την οικογένειά της.
Cada vez que voy a casa de mi tía, me siento como una madraza.
Μετάφραση: Κάθε φορά που πηγαίνω στο σπίτι της θείας μου, νιώθω σαν μια τρυφερή μητέρα.
Una madraza sabe cómo encontrar soluciones en momentos difíciles.
Μετάφραση: Μια εξαιρετική μάνα ξέρει πώς να βρει λύσεις σε δύσκολες στιγμές.
Me encanta ver cómo esa madraza educa a sus hijos con amor.
Η λέξη madraza προέρχεται από το ισπανικό ουσιαστικό madre, που σημαίνει "μαμά" ή "μητέρα" και το επίθημα -aza, το οποίο υποδηλώνει μεγέθυνση ή την ποιότητα ενός χαρακτηριστικού.
Συνώνυμα: - Madre - Mamá
Αντώνυμα: - Padre (πατέρας) - Desapego (αδιαφορία)
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια εκτενή κατανόηση της λέξης madraza στο πλαίσιο της ισπανικής γλώσσας.