magra - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

magra (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "magra" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "magra" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /ˈmaɡɾa/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η "magra" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - αδύνατη - λεπτή

Σημασία της λέξης

Η λέξη "magra" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει κάποιον ή κάτι που είναι λεπτός ή αδύνατος, συνήθως αναφερόμενη στο σωματικό βάρος ή σχήμα. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή, και ενορχηστρώνεται περισσότερο στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε γραπτό κείμενο.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. Ella es muy magra y saludable.
  2. (Αυτή είναι πολύ αδύνατη και υγιής.)

  3. El perro de mi vecino es magro y ágil.

  4. (Ο σκύλος του γείτονά μου είναι λεπτός και ευκίνητος.)

  5. No me gusta estar magra, prefiero un poco de peso.

  6. (Δεν μου αρέσει να είμαι αδύνατη, προτιμώ λίγο βάρος.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "magra" δεν χρησιμοποιείται πολύ συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις όπου μπορεί να έχει ένα πιο διασκεδαστικό ή καυστικό νόημα.

Παραδείγματικές ιδιωματικές εκφράσεις

  1. Ver a alguien magro de preocupaciones.
  2. (Να βλέπεις κάποιον αδύνατο από ανησυχίες.)
  3. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος είναι πολύ αγχωμένος ή ανήσυχος, με την ιδέα ότι «χάνει βάρος» λόγω των προκλήσεων που αντιμετωπίζει.

  4. Estar magra de ideas.

  5. (Να είσαι αδύνατος σε ιδέες.)
  6. Χρησιμοποιείται όταν κάποιος δεν έχει πολλές ιδέες ή έμπνευση για να προσφέρει.

  7. Llevar una vida magra.

  8. (Να ζεις μια αδύνατη ζωή.)
  9. Αυτή η φράση μπορεί να αναφέρεται σε μια ζωή με πολύ λίγες ανάγκες ή υλικά αγαθά.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "magra" προέρχεται από το λατινικό "macrum", που σημαίνει αδύνατο ή λεπτό. Αυτή η ετυμολογία συνδέει την έννοια του αδύνατου σώματος με τη λέξη που χρησιμοποιούμε σήμερα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - delgada (λεπτή) - esquelética (σκελετωμένη)

Αντώνυμα: - gorda (παχιά) - gruesa (παχουλή)



23-07-2024