Η λέξη "majadero" είναι επίθετο.
/ma.xaˈðe.ɾo/
Η λέξη "majadero" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι ανόητος ή βλάκας. Μπορεί να έχει και μια ελαφρώς κομψή ή χιουμοριστική διάσταση, ανάλογα με το πλαίσιο. Στη γλώσσα των Ισπανών, η λέξη έχει κοινή χρήση στο καθημερινό λεξιλόγιο και μπορεί να χρησιμοποιηθεί με υψηλή συχνότητα στον προφορικό λόγο, αν και εμφανίζεται και σε γραπτά κείμενα.
Él es un majadero que nunca escucha.
Αυτός είναι ένας βλάκας που ποτέ δεν ακούει.
No seas majadero y presta atención.
Μη είσαι ηλίθιος και δώσε προσοχή.
Su comentario fue muy majadero y todos se rieron.
Το σχόλιό του ήταν πολύ ανόητο και όλοι γέλασαν.
Η λέξη "majadero" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στον ισπανόφωνο χώρο:
Estar como un majadero.
Να είσαι σαν βλάκας.
Σημαίνει ότι κάποιος είναι τρελός ή φερέγγυος.
Hacer el majadero.
Να κάνεις τον ανόητο.
Σημαίνει να συμπεριφέρεσαι ανόητα ή αδέξια.
No seas majadero, actúa con sentido común.
Μη γίνεσαι ηλίθιος, δράσε με κοινή λογική.
Σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να σταματήσει να συμπεριφέρεται ανόητα.
Te ves majadero con esa actitud.
Φαίνεσαι βλάκας με αυτή τη στάση.
Μια παρατήρηση που δηλώνει ότι η στάση κάποιου είναι ανόητη ή ενοχλητική.
Η ετυμολογία της λέξης "majadero" προέρχεται από τη λέξη "maja" που χρησιμοποιείται στην Ισπανία για να περιγράψει κάτι που είναι ευχάριστο ή ελκυστικό, αλλά όταν συνδυάζεται με το -dero παίρνει την έννοια του ανόητου ή βλάκα.
Αυτές είναι οι πληροφορίες που σχετίζονται με τη λέξη "majadero".