Το "majar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "majar" είναι /maˈxaɾ/ σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA).
Η λέξη "majar" μεταφράζεται ως "μασάρω" ή "αλέθω".
Στα Ισπανικά, "majar" σημαίνει να μασάς ή να αλέθεις κάτι, κυρίως αναφερόμενο σε τροφές ή σπόρους. Χρησιμοποιείται συχνά σε προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να συναντηθεί και σε γραπτό κείμενο, κυρίως σε διατροφικά ή γαστρονομικά συμφραζόμενα.
(Τα παιδιά συνήθως μασάνε τα τρόφιμα πριν φάνε.)
Es importante majar bien las especias para que suelten su sabor.
Η λέξη "majar" δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη ως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, ωστόσο, μπορεί να εμφανίζεται σε προτάσεις που σχετίζονται με την κουζίνα και τη διατροφή.
(Το να αλέθεις το κρέας με λίγο σκόρδο και μαϊντανό του δίνει απίστευτη γεύση.)
Cuando majas las aceitunas, obtienes un buen aceite.
(Όταν αλέθεις τις ελιές, αποκτάς καλό λάδι.)
Para hacer la salsa, debes majar los tomates y las cebollas juntos.
Η λέξη "majar" προέρχεται από το λατινικό "macerare", που σημαίνει να μαλακώνεις ή να αλέθεις.
Συνώνυμα: - "moler" (αλέθω) - "triturar" (συνθλίβω)
Αντώνυμα: - "enterar" (αφήνω ολόκληρο) - "mantener" (διατηρώ)