Το "majestuoso" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA): /ma.xesˈtu.o.so/
Η λέξη "majestuoso" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει μεγάλη επισημότητα, μεγαλοπρέπεια ή εντυπωσιακή παρουσία. Συχνά χρησιμοποιείται για φυσικά τοπία, έργα τέχνης, και αρχιτεκτονικά στοιχεία που προκαλούν θαυμασμό. Η χρήση της λέξης είναι κοινή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Το κάστρο φαινόταν επιβλητικό κάτω από το φως του δειλινού.
La música sonaba majestuosa en la sala de conciertos.
Η λέξη "majestuoso" χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις για να ενισχύσει την έννοια της μεγαλοπρέπειας ή του θαυμαστού.
Να ζεις σαν βασιλιάς, σε έναν μεγαλοπρεπή κόσμο.
Tiene un corazón majestuoso, lleno de nobleza y generosidad.
Έχει μια επιβλητική καρδιά, γεμάτη ευγένεια και γενναιοδωρία.
La naturaleza nos ofrece paisajes majestosos que nos dejan sin aliento.
Η φύση μας προσφέρει εντυπωσιακά τοπία που μας αφήνουν άφωνους.
Su manera de hablar es majestuosa, cada palabra pesa.
Η λέξη "majestuoso" προέρχεται από το λατινικό "majestuosus", που σημαίνει "μεγαλοπρεπής" ή "εντυπωσιακός".
Συνώνυμα: - espléndido (θριαμβευτικός) - grandioso (μεγαλειώδης) - imponente (εντυπωσιακός)
Αντώνυμα: - modesto (ταπεινός) - sencillo (απλός) - vulgar (κοινός)