Η λέξη "maldad" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA): /malˈðað/
Η λέξη "maldad" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - κακία - πονηριά - κακό
Η λέξη "maldad" αναφέρεται στη φύση του κακού, στην κακοσύνη ή τη βλαβερή πρόθεση. Στη γλώσσα των Ισπανόφωνων, χρησιμοποιείται για να περιγράψει συμπεριφορές ή πράξεις που είναι ηθικά λανθασμένες ή προκαλούν ζημία. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη και στα δύο πλαίσια, προφορικό και γραπτό, αν και σε νομικά και φιλοσοφικά κείμενα μπορεί να έχει μεγαλύτερη συχνότητα.
La maldad de algunas personas es increíble.
(Η κακία μερικών ανθρώπων είναι απίστευτη.)
No dejes que la maldad te afecte.
(Μη αφήνεις την κακία να σε επηρεάζει.)
La literatura a menudo explora la maldad en la naturaleza humana.
(Η λογοτεχνία συχνά εξερευνά την κακία στη φύση του ανθρώπου.)
Η λέξη "maldad" συχνά περιλαμβάνεται σε ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά, οι οποίες αναφέρονται στις ηθικές πτυχές ή στις συνέπειες των κακών πράξεων.
"Aprovecharse de la maldad ajena."
(Να επωφελείσαι από την κακία των άλλων.)
"La maldad no tiene límites."
(Η κακία δεν έχει όρια.)
"Sembrar la maldad en la mente de los jóvenes."
(Να σπείρεις την κακία στο μυαλό των νέων.)
"No permitas que la maldad te consuma."
(Μη επιτρέψεις να σε καταναλώσει η κακία.)
"La maldad puede disfrazarse de bondad."
(Η κακία μπορεί να μεταμφιεστεί σε καλοσύνη.)
Η λέξη "maldad" προέρχεται από το επίθετο "malo" (κακός) με την προσθήκη της κατάληξης "-dad", που δηλώνει ποιότητα ή κατάσταση. Έτσι, "maldad" αναφέρεται στην ποιότητα του να είναι κακός ή κακόβουλος.
Συνώνυμα: - malicia (κακία) - mal (κακό) - perversidad (διαστροφή)
Αντώνυμα: - bondad (καλοσύνη) - benevolencia (καλοσύνη, ευεργεσία) - rectitud (ακεραιότητα)