Η λέξη "management" είναι ουσιαστικό.
/ˈmænɪdʒmənt/
Η λέξη "management" αναφέρεται στην διαδικασία ή τον τομέα της οργάνωσης και επιτήρησης διαφόρων πόρων (π.χ. ανθρώπινους, χρηματικούς, υλικούς) με στόχο την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων ενός οργανισμού. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, όπως οι επιχειρήσεις, οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί και οι κρατικές υπηρεσίες. Η λέξη είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτές επιχειρηματικές αναφορές και ακαδημαϊκούς τομείς, αλλά επίσης χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο.
Η διαχείριση της επιχείρησης είναι θεμελιώδης για την επιτυχία της.
Los problemas de gestión pueden afectar la productividad de los empleados.
Η λέξη "management" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με τη διοίκηση και τη στρατηγική.
Η διαχείριση χρόνου είναι το κλειδί για την επιτυχία στη δουλειά.
"Project management requiere habilidades especializadas."
Η διαχείριση έργων απαιτεί ειδικευμένες δεξιότητες.
"Change management es esencial en épocas de crisis."
Η διαχείριση αλλαγών είναι απαραίτητη σε περιόδους κρίσης.
"Risk management ayuda a prevenir pérdidas en los negocios."
Η διαχείριση κινδύνων βοηθά στην πρόληψη ζημιών στις επιχειρήσεις.
"La gestión de recursos humanos es vital para mantener a los empleados motivados."
Η λέξη "management" προέρχεται από το γαλλικό "ménagement", που σημαίνει "οργάνωση, τάξη", το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από τη λατινική λέξη "manus", που σημαίνει "χέρι", υποδηλώνοντας την ιδέα του "χειρισμού" και της "οδήγησης".
Συνώνυμα: - Administration (διοίκηση) - Direction (κατεύθυνση) - Control (έλεγχος)
Αντώνυμα: - Mismanagement (κακή διαχείριση) - Neglect (παράλειψη) - Chaos (χάος)