manejar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

manejar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Λειτουργία Λέξης

Part of speech: Verb

Φωνητική Trαγριφή

Manejar: /ma.neˈxaɾ/

Σημασίες & Χρήση

Η λέξη "manejar" στα ισπανικά έχει τις εξής σημασίες: 1. Οδηγώ κάτι (αυτοκίνητο, μοτοσικλέτα, κ.λπ.). 2. Χειρίζομαι ή ελέγχω κάτι. 3. Αντιμετωπίζω, διαχειρίζομαι κάποια κατάσταση.

Συχνά χρησιμοποιείται τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή επικοινωνία, ειδικά σε περιγραφές οδήγησης, εργασιών που αφορούν τη διαχείριση ή τον έλεγχο μιας κατάστασης, και γενικά σε καθημερινές συνομιλίες.

Χρόνοι Ρημάτων

Ορισμένοι από τους χρόνους του ρήματος "manejar" είναι: - Ενεστώτας: manejo - Παρακείμενος: he manejado - Μέλλον: manejaré - Αόριστος: manejé - Υποτακτική: maneje - Παρακείμενη υποτακτική: haya manejado - Προστακτική: maneja

Η μετοχή του ρήματος "manejar" είναι "manejando".

Παραδείγματα

  1. ¿Puedes manejar mi coche esta tarde?
    Μπορείς να οδηγήσεις το αυτοκίνητό μου αυτό απόγευμα;
  2. Me gusta manejar toda la situación.
    Μου αρέσει να διαχειρίζομαι ολόκληρη την κατάσταση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το ρήμα "manejar" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

  1. Manejar las riendas: Να είναι επικεφαλής ή υπεύθυνος.
    Παράδειγμα: Ella supo manejar las riendas de la empresa. (Ήξερε να είναι επικεφαλής της εταιρείας)

  2. Manejar dinero: Να ασχολείται με τα οικονομικά.
    Παράδειγμα: Él sabe manejar el dinero muy bien. (Ξέρει πώς να διαχειρίζεται καλά τα χρήματα)

  3. Manejar las palabras: Να έχει την ικανότητα να εκφράζει τον εαυτό του με σαφήνεια.
    Παράδειγμα: Siempre supo manejar las palabras adecuadamente. (Πάντα ήξερε να εκφράζει τον εαυτό του με τα κατάλληλα λόγια)

  4. No sé manejar en este país: Δεν γνωρίζω πώς να κυκλοφορώ σε αυτή τη χώρα.
    Παράδειγμα: Es normal tener dificultades al principio si no sabes manejar en este país. (Είναι φυσιολογικό να αντιμετωπίζεις δυσκολίες στην αρχή αν δεν ξέρεις να κυκλοφορείς σε αυτή τη χώρα)

Ετυμολογία

Η λέξη "manejar" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "manuāculāre", που σημαίνει "να τραβάω, να οδηγώ με το χέρι".

Συνώνυμα & Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Conducir: Οδηγώ - Controlar: Ελέγχω - Dirigir: Καθοδηγώ

Αντώνυμα: - Descontrolar: Απορρυθμίζω - Perder el control: Χάνω τον έλεγχο