Ο όρος "manjar" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "manjar" με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /manˈxaɾ/.
Η λέξη "manjar" αναφέρεται σε ένα ιδιαίτερα νόστιμο φαγητό ή γλυκό. Στα Ισπανικά, χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει κάτι που είναι εκλεκτό και ευχάριστο στη γεύση. Συνήθως η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά είναι πιο συχνή σε γαστρονομικά πλαίσια ή σε περιγραφές φαγητών.
El pastel de chocolate es un manjar delicioso.
(Η τούρτα σοκολάτας είναι μια νόστιμη λιχουδιά.)
Cada vez que visito a mi abuela, ella prepara un manjar especial.
(Κάθε φορά που επισκέπτομαι τη γιαγιά μου, ετοιμάζει ένα ειδικό έδεσμα.)
Me encanta descubrir nuevos manjares en diferentes países.
(Μου αρέσει να ανακαλύπτω νέες λιχουδιές σε διάφορες χώρες.)
Η λέξη "manjar" εμφανίζεται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις όταν αναφέρεται σε γεύσεις και γαστρονομία:
Es un manjar de dioses.
(Είναι μια λιχουδιά θεών.)
No hay nada como un manjar casero.
(Δεν υπάρχει τίποτα όπως μια σπιτική λιχουδιά.)
Disfruta de un manjar en cada bocado.
(Απόλαυσε μια λιχουδιά με κάθε μπουκιά.)
Ese restaurante es famoso por sus manjares exóticos.
(Αυτό το εστιατόριο είναι διάσημο για τα εξωτικά του εδέσματα.)
La cocina de mi mamá siempre tiene un manjar especial.
(Η κουζίνα της μαμάς μου πάντα έχει ένα ειδικό έδεσμα.)
Los platos que preparan en esa feria son verdaderos manjares.
(Τα πιάτα που ετοιμάζουν σε εκείνη την έκθεση είναι αληθινές λιχουδιές.)
No puedo resistir un manjar tan exquisito.
(Δε μπορώ να αντισταθώ σε μια τόσο εκλεκτή λιχουδιά.)
Los manjares de esa celebración son inolvidables.
(Οι λιχουδιές αυτής της γιορτής είναι αξέχαστες.)
Η λέξη "manjar" προέρχεται από το Αραβικό "منجَر" (manğar), που σημαίνει "φαγητό", και πέρασε στη λατινική γλώσσα ως "mangiare", που σημαίνει "να τρώω".
Αυτές οι πληροφορίες δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "manjar", της χρήσης της στη γλώσσα Ισπανικά, καθώς και των σχετικών γαστρονομικών εκφράσεων.