Το "manso" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή του "manso" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι [ˈmanso].
Η λέξη "manso" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που είναι ήπιος, ήρεμος ή πειθαρχημένος. Χρησιμοποιείται συχνά σε καθημερινές συνομιλίες και μπορεί να έχει θετική ή αρνητική σημασία, ανάλογα με το πλαίσιο. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται συχνά και οι συνθήκες χρήσης της ποικίλλουν: μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε προφορικό ή γραπτό λόγο. Είναι πιο συνηθισμένο να χρησιμοποιείται σε προφορικές συνομιλίες.
El perro es muy manso.
(Ο σκύλος είναι πολύ ήρεμος.)
Necesito un lugar manso para meditar.
(Χρειάζομαι ένα ήρεμο μέρος για τον διαλογισμό.)
Su carácter es manso y amable.
(Ο χαρακτήρας του είναι ήπιος και φιλικός.)
Η λέξη "manso" εμφανίζεται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν κάποιες παραδείγματα:
Manso como una paloma
(Ήρεμος σαν περιστέρι)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι πολύ ήπιος ή ειρηνικός.
Aguas mansas mueven molinos
(Οι ήρεμες θάλασσες κινούν μύλους)
Δηλώνει ότι οι ήρεμες και ήπιες καταστάσεις μπορεί να είναι επωφελείς.
Tener un corazón manso
(Να έχεις ήπιο καρδιά)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν άνθρωπο που είναι ευγενικός και φιλότιμος.
Η λέξη "manso" προέρχεται από τα λατινικά "mansu" που σημαίνει ήπιος ή ήρεμος.
Συνώνυμα: - dócil (υπάκουος) - apacible (ήπιος) - tranquilo (ήρεμος)
Αντώνυμα: - salvaje (άγριος) - rudo (τραχύς) - agresivo (επιθετικός)