Η λέξη manta είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "manta" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι [ˈmanta].
Η λέξη "manta" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - κουβέρτα - σεντόνι
Η "manta" αναφέρεται κυρίως σε μια κουβέρτα ή σεντόνι που χρησιμοποιείται για την κάλυψη και τη ζεστασιά. Στην καθημερινή γλώσσα, είναι ένα κοινό αντικείμενο, με χρήση κυρίως σε ένα οικιακό περιβάλλον. Η λέξη χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί στο γραπτό κείμενο, ειδικά σε συνομιλίες ή περιγραφές.
"Αυτή τυλίχτηκε στην κουβέρτα για να ζεσταθεί."
"Compré una manta nueva para mi cama."
"Αγόρασα μια καινούρια κουβέρτα για το κρεβάτι μου."
"En invierno, me gusta tener una manta a mano."
Η λέξη "manta" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες έχουν ιδιαίτερη σημασία στη γλώσσα:
"Vamos a echar la manta en el picnic." (Ας καλύψουμε την κουβέρτα στο πικνίκ.)
"Manta de protección":
"Necesitamos una manta de protección para el proyecto." (Χρειαζόμαστε μια κουβέρτα προστασίας για το έργο.)
"Manta de olas":
Η λέξη "manta" προέρχεται από την ισπανική γλώσσα, και έχει στήριξη στις λατινικές ρίζες καθώς σχετίζεται με το "mantellum," που σημαίνει "ύφασμα" ή "κουβέρτα."
Συνώνυμα: - cobija (κουβέρτα) - frazada (σεντόνι)
Αντώνυμα: - desnudo (γυμνός) - exposición (έκθεση)
Αυτές οι πληροφορίες θα σας δώσουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της λέξης "manta" στα Ισπανικά και τη χρήση της.