marcar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

marcar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική Μεταγραφή

/marˈkaɾ/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "marcar" σημαίνει "να σημειώνω" ή "να σημαδεύω" και χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς όπως η καθημερινή ζωή, η οικονομία και η νομική. Σε γενικές γραμμές, αναφέρεται στην πράξη του να θέλεις να επισημάνεις κάτι ή να καθορίσεις ένα σημείο (π.χ. σε ένα έγγραφο ή σε ένα παιχνίδι).

Συχνότητα Χρήσης: Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, ενώ είναι επίσης κοινή και σε γραπτές επικοινωνίες.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. Voy a marcar mi calendario para la cita.
  2. Θα σημειώσω το ημερολόγιό μου για το ραντεβού.

  3. Es importante marcar los objetivos antes de comenzar el proyecto.

  4. Είναι σημαντικό να καθορίσεις τους στόχους πριν ξεκινήσεις το έργο.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "marcar" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:

  1. Marcar la diferencia
  2. Σημαίνει: Να κάνεις τη διαφορά.
  3. Siempre tratamos de marcar la diferencia en nuestro trabajo.
  4. Πάντα προσπαθούμε να κάνουμε τη διαφορά στη δουλειά μας.

  5. Marcar el paso

  6. Σημαίνει: Να καθορίσεις τον ρυθμό.
  7. El líder del equipo tiene que marcar el paso para los demás.
  8. Ο αρχηγός της ομάδας πρέπει να καθορίσει τον ρυθμό για τους άλλους.

  9. Marcar territorio

  10. Σημαίνει: Να δηλώσεις την κυριαρχία σου.
  11. Los animales suelen marcar territorio para advertir a los intrusos.
  12. Τα ζώα συχνά δηλώνουν την κυριαρχία τους για να προειδοποιήσουν τους εισβολείς.

Ετυμολογία

Η λέξη "marcar" προέρχεται από τη λατινική λέξη "marca", που σημαίνει "σήμα" ή "σφραγίδα".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Señalar (να υποδεικνύω) - Destacar (να τονίζω)

Αντώνυμα:
- Pasar desapercibido (να περάσει απαρατήρητο) - Ignorar (να αγνοώ)

Αυτή η ανάλυση καλύπτει τις βασικές πτυχές της λέξης "marcar" στα Ισπανικά.



22-07-2024