margen - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

margen (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη margen χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφερθεί σε ένα περιθώριο ή διάστημα ανάμεσα σε δύο σημεία. Στον οικονομικό τομέα, μπορεί να αναφέρεται στο περιθώριο κέρδους που επιτρέπει σε μια επιχείρηση να αναγνωρίσει κέρδη. Στον νομικό τομέα, μπορεί να αναφέρεται σε περιθώρια ελευθερίας στη διαδικασία.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El margen de beneficio en esta empresa es del 20%.
  2. (Το περιθώριο κέρδους σε αυτή την επιχείρηση είναι 20%.)

  3. Siempre deja un margen en su presupuesto para imprevistos.

  4. (Πάντα αφήνει ένα περιθώριο στον προϋπολογισμό του για απρόβλεπτα γεγονότα.)

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "margen"

  1. Estar en el margen de la ley.
  2. (Να είσαι στο περιθώριο του νόμου.)

  3. Aprovechar el margen de error.

  4. (Να εκμεταλλευτείς το περιθώριο λάθους.)

  5. Margen de maniobra.

  6. (Περιθώριο ελιγμού.)

  7. Navegar en márgenes inciertos.

  8. (Να πλέεις σε αβέβαια περιθώρια.)

  9. El margen se estrecha.

  10. (Το περιθώριο στενεύει.)

  11. Trabajar con el margen del tiempo.

  12. (Να δουλεύεις με περιθώριο χρόνου.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη margen προέρχεται από το λατινικό marginalis, που αναφέρεται στο περιθώριο ενός εγγράφου ή μιας σελίδας.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



22-07-2024