mayor de edad - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

mayor de edad (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "mayor de edad" λειτουργεί ως επίθετο και φράση, αναφερόμενη σε κάποιον που έχει φτάσει την ενηλικίωσή του.

Φωνητική μεταγραφή

/may̯oɾ ðe eˈðað/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "mayor de edad" αναφέρεται σε άτομα που έχουν συμπληρώσει την ηλικία της ενηλικίωσης, η οποία στις περισσότερες χώρες είναι συνήθως τα 18 χρόνια. Η χρήση της φράσης είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, κυρίως σε νομικά και κοινωνικά συμφραζόμενα.

Χρήση στη γλώσσα Ισπανικά

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται συνήθως σε καταστάσεις που σχετίζονται με νόμιμες αποφάσεις, δικαιώματα και υποχρεώσεις που αποκτώνται με την επίτευξη της ενηλικίωσης.

Παραδειγματικές προτάσεις

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "mayor de edad" χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις και είναι σχετική με την ενηλικίωση:

Ετυμολογία της λέξης

Η φράση "mayor de edad" προέρχεται από τα ισπανικά, όπου "mayor" σημαίνει "μεγαλύτερος" ή "ενήλικος" και "de edad" σημαίνει "της ηλικίας". Συνδυάζει αυτές τις έννοιες για να προσδιορίσει κάποιον που έχει φτάσει τη νομική ηλικία της ενηλικίωσης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Adulto (ενήλικας) - Mayor (μεγαλύτερος)

Αντώνυμα: - Menor de edad (ανήλικος) - Infantil (παιδικός)



23-07-2024