Η λέξη "mecanizabilidad" είναι ουσιαστικό της ισπανικής γλώσσας.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "mecanizabilidad" είναι: /mekanisabiˈliðað/.
Η λέξη "mecanizabilidad" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει τη δυνατότητα ενός υλικού ή ενός διαδικαστικού συστήματος να υποστηρίζει μηχανική επεξεργασία ή επεξεργασία από μηχανή. Συνήθως χρησιμοποιείται στο πεδίο της πολυτεχνίας.
Παραδειγματικές προτάσεις: 1. La mecanizabilidad del material determinará su uso en la producción. (Η μηχανική επεξεργασία του υλικού θα καθορίσει τη χρήση του στην παραγωγή.) 2. Es importante evaluar la mecanizabilidad de los nuevos materiales en la industria. (Είναι σημαντικό να αξιολογηθεί η μηχανιστική επεξεργασία των νέων υλικών στη βιομηχανία.)
Η λέξη "mecanizabilidad" προέρχεται από τα ισπανικά "mecanizar" (να μηχανοποιήσει) + "abilidad" (ικανότητα), δηλαδή η ικανότητα να υποστηρίζει μηχανική επεξεργασία.