Η λέξη "medular" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /meˈdu.laɾ/
Η λέξη "medular" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να αναφερθεί σε κάτι που σχετίζεται με τον μυελό, κυρίως τον μυελό των οστών ή τον σπονδυλικό μυελό. Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά συμφραζόμενα, αλλά μπορεί επίσης να έχει γενικότερη χρήση στην περιγραφή δομών που έχουν κάποια κεντρική ή κλειστοποιημένη σημασία. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή στην ιατρική βιβλιογραφία και ενδέχεται να χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο.
Ο μυελώδης ιστός είναι θεμελιώδης για την παραγωγή των αιμοσφαιρίων.
Las lesiones medulares pueden causar parálisis en el paciente.
Οι σπονδυλικές κακώσεις μπορούν να προκαλέσουν παράλυση στον ασθενή.
Se requiere un trasplante medular en algunos casos de cáncer.
Η λέξη "medular" σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται σε συνδυασμούς που δημιουργούν σημαντικές φράσεις:
"Η συζήτηση επικεντρώθηκε στο σημαντικό θέμα του έργου."
Problema medular
"Η αναγνώριση του κεντρικού προβλήματος θα βοηθήσει να βρείτε μια λύση."
Información medular
Η λέξη "medular" προέρχεται από το λατινικό "medulla", που σημαίνει "μυελός". Η ρίζα αυτή μεταφέρθηκε στα ισπανικά μέσω της επιρροής της λατινικής γλώσσας.
Συνώνυμα: - "meduloso" (σε κάποιες περιπτώσεις, αν και πιο σπάνια)
Αντώνυμα: - "superficial" (επιφανειακός)
Η λέξη "medular" είναι σημαντική στον τομέα της ιατρικής και της ανατομίας, ενσωματώνοντας έννοιες που σχετίζονται με τα θεμελιώδη δομικά στοιχεία του σώματος και τη λειτουργία τους.