mejorar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

mejorar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "mejorar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η διεθνής φωνητική αλφάβητος (IPA) για τη λέξη "mejorar" είναι [me.xoˈɾaɾ].

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "mejorar" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "βελτιώνω" ή "αυξάνω".

Σημασία και χρήση στη γλώσσα Ισπανικά

Η λέξη "mejorar" σημαίνει να κάνεις κάτι καλύτερο ή να αυξήσεις την ποιότητα κάποιου. Συνήθως χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς όπως η εκπαίδευση, η εργασία και οι σχέσεις. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, αλλά επίσης ενδέχεται να εμφανίζεται σε γραπτές αναφορές.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Es importante mejorar la calidad del servicio.
    (Είναι σημαντικό να βελτιώσουμε την ποιότητα της υπηρεσίας.)

  2. Siempre buscamos maneras de mejorar nuestra eficiencia.
    (Πάντα αναζητούμε τρόπους να βελτιώσουμε την αποδοτικότητα μας.)

  3. El entrenamiento ayuda a mejorar las habilidades físicas.
    (Η προπόνηση βοηθά στο να βελτιωθούν οι φυσικές ικανότητες.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "mejorar" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις. Ορισμένες από αυτές είναι οι εξής:

Ετυμολογία

Η λέξη "mejorar" προέρχεται από το ισπανικό επίθετο "mejor", που σημαίνει "καλύτερος". Το "mejorar" συνεπάγεται την ενέργεια της μετάβασης σε καλύτερη κατάσταση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Blevit (βελτιώνω)
- Perfeccionar (τελειοποιώ)
- Optimizar (βελτιστοποιώ)

Αντώνυμα:
- Empeorar (χειροτερεύω)
- Deteriorar (καταστρέφω)
- Degenerar (παρακμάζω)

Αυτή η ανάλυση της λέξης "mejorar" αναδεικνύει τη σημασία και την ευρεία χρήση της στα ισπανικά, καθώς και τις ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με αυτήν.



22-07-2024