Η λέξη "mielomeningocele" είναι ουσιαστικό στην ισπανική γλώσσα.
Φωνητική μεταγραφή:
mje.lo.me.nin.goˈθe.le
Χρήση:
Η λέξη "mielomeningocele" χρησιμοποιείται στον τομέα της ιατρικής για να περιγράψει μια σοβαρή στρωτήρωση στους σπονδύλους του εγκεφάλου, συνήθως από τη γέννηση.
Παραδειγματικές Προτάσεις:
El bebé nació con mielomeningocele y fue sometido a cirugía inmediatamente después del nacimiento. (Το μωρό γεννήθηκε με μιελομενιγοκήλη και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση αμέσως μετά τη γέννηση.)
La mielomeningocele es una malformación congénita en la médula espinal. (Η μιελομενιγοκήλη είναι μια συγγενής ανωμαλία στον νωτιαίο μυελό.)
Ετυμολογία:
Η λέξη "mielomeningocele" προέρχεται από τα ισπανικά "médula" (μέση), "meninges" (δελτοειδή χιτώνα) και "cele" (κήλη).
Συνώνυμα:
Espina bífida con meningomielocele
Mielosquisis
Αντώνυμα:
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα αντώνυμα για τη λέξη "mielomeningocele".