Η λέξη "mierda" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /ˈmjerdɑ/
Η λέξη "mierda" χρησιμοποιείται ως ένας βρώμικος ή χυδαίος όρος που αναφέρεται σε περιττώματα, ωστόσο, συχνά χρησιμοποιείται και μεταφορικά για να δηλώσει κάτι αρνητικό ή απαίσιο. Είναι μια πολύ κοινή λέξη στην καθομιλούμενη ισπανική γλώσσα και συχνά χρησιμοποιείται σε καθημερινές συνομιλίες. Η χρήση της είναι συνηθισμένη στον προφορικό λόγο, ενώ σε γραπτές μορφές χρησιμοποιείται πιο περιορισμένα, κυρίως σε κομμάτια που προορίζονται για μη επίσημο ή απλό κοινό.
"No puedo creer que me digas eso, es una mierda!"
"Δεν μπορώ να πιστέψω ότι μου λες αυτό, είναι σκατά!"
"Esta situación es una verdadera mierda."
"Αυτή η κατάσταση είναι μια πραγματική μαλακία."
Η λέξη "mierda" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
"Aquí no hay mierda que hacer."
"Εδώ δεν υπάρχει σκατά να κάνω." (Σημαίνει ότι δεν υπάρχει τίποτα να κάνεις)
"No me importa un mierda."
"Δεν με νοιάζει μια σκατά." (Σημαίνει ότι δεν ενδιαφέρεται καθόλου)
"Me cago en la mierda."
"Γαμώ τη σκατά." (Χρησιμοποιείται για να δείξει εκνευρισμό ή απογοήτευση)
"Es una mierda de proyecto."
"Είναι ένα σκατά έργο." (Για να δηλώσει ότι ένα σχέδιο ή έργο είναι κακής ποιότητας)
"A mí me vale mierda."
"Σε μένα δεν με νοιάζει σκατά." (Δηλώνει αδιαφορία)
Η λέξη "mierda" προέρχεται από το λατινικό "merda," το οποίο έχει παρόμοια σημασία. Στην ιστορία της γλώσσας, η λέξη διατηρούσε τη χυδαία της σημασία και χρησιμοποιείται ευρέως στα Ισπανικά.
Συνώνυμα: - excremento - estiércol
Αντώνυμα: - limpieza (καθαριότητα)
Η λέξη "mierda" είναι ένα παράδειγμα πολυδιάστατης γλώσσας που συνδυάζει καθημερινά θέματα με χρώμα, και συναισθηματική φορτισμένη έκφραση.