Η λέξη "militante" είναι ουσιαστικό και επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "militante" είναι: /militãnte/
Η λέξη "militante" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που είναι ενεργό μέλος σε κάποιο πολιτικό ή κοινωνικό κίνημα, συχνά εμπλέκεται σε κινήσεις ή δράσεις που προωθούν συγκεκριμένες αξίες ή ιδανικά. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται σε διάφορες περιπτώσεις και έχει αρκετή συχνότητα εμφάνισης, κυρίως σε γραπτό και προφορικό λόγο. Συνήθως, έχει έναν θετικό ή ουδέτερο τόνο, αν και η σημασία μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το πλαίσιο.
El militante defendía los derechos humanos en su comunidad.
(Ο μαχητής υπερασπίστηκε τα ανθρώπινα δικαιώματα στην κοινότητά του.)
Muchos jóvenes se convirtieron en militantes por la causa ambiental.
(Πολλοί νέοι έγιναν ακτιβιστές για την περιβαλλοντική υπόθεση.)
Η λέξη "militante" χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
"Ser un militante de la justicia"
(Να είσαι μαχητής της δικαιοσύνης)
Η φράση χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που δραστηριοποιείται υπέρ της δικαιοσύνης.
"Militante de la paz"
(Ακτιβιστής της ειρήνης)
Αυτή η φράση χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που εργάζεται για την προώθηση της ειρήνης.
"Militante político"
(Πολιτικός αγωνιστής)
Η φράση χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που αναφέρεται σε πολιτικά κινήματα και ιδεολογίες.
Η λέξη "militante" προέρχεται από το λατινικό "militans", το οποίο σημαίνει "πολεμώντας" ή "μαχητικός". Συνδέεται με τη λέξη "miles", που σημαίνει "στρατιώτης".
defensor (υπερασπιστής)
Αντώνυμα: