modular - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

modular (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "modular" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "modular" στα Ισπανικά είναι: /ˈmoðɾulaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "modular" χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει κάτι που αποτελείται από αυτόνομες μονάδες ή μέρη που μπορούν να συνδυαστούν ή να ανακληθούν, συνήθως σε τομείς όπως είναι η τεχνολογία, η μουσική, και ο σχεδιασμός. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με συχνότητα χρήσης να αυξάνεται σε τεχνικά συμφραζόμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El sistema modular permite una gran flexibilidad en el diseño.
    (Το αρθρωτό σύστημα επιτρέπει μεγάλη ευελιξία στο σχεδιασμό.)

  2. Los instrumentos musicales modulares son muy populares entre los músicos contemporáneos.
    (Τα αρθρωτά μουσικά όργανα είναι πολύ δημοφιλή ανάμεσα στους σύγχρονους μουσικούς.)

  3. En la arquitectura, el enfoque modular facilita la construcción rápida.
    (Στην αρχιτεκτονική, η αρθρωτή προσέγγιση διευκολύνει την ταχεία κατασκευή.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "modular" δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιο παιχνίδι με τις παρακάτω εκφράσεις:

  1. Un enfoque modular en la educación puede beneficiar a todos los estudiantes.
    (Μια αρθρωτή προσέγγιση στην εκπαίδευση μπορεί να ωφελήσει όλους τους μαθητές.)

  2. La música modular permite crear sonidos únicos y personalizados.
    (Η αρθρωτή μουσική επιτρέπει τη δημιουργία μοναδικών και προσωποποιημένων ήχων.)

  3. Al usar un sistema modular, puedes adaptarlo fácilmente a tus necesidades.
    (Χρησιμοποιώντας ένα αρθρωτό σύστημα, μπορείς να το προσαρμόσεις εύκολα στις ανάγκες σου.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "modular" προέρχεται από το λατινικό "modulus", που σημαίνει "μονάδα" ή "μικρή μέτρηση", μαζί με το επίθημα -ar που χρησιμοποιείται για να σχηματίσει επίθετα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - αρθρωτός - άμεσος - με δυνατότητες προσαρμογής

Αντώνυμα: - σταθερός - άκαμπτος - ακίνητος



23-07-2024