Η λέξη "molecular" χρησιμοποιείται για να περιγράψει οτιδήποτε σχετίζεται με μόρια. Στη χημεία, αναφέρεται σε ενωσεις που αποτελούνται από δύο ή περισσότερα άτομα που συνδέονται μεταξύ τους. Το "molecular" χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά πλαίσια και μπορεί να αναφέρεται σε χαρακτηριστικά, δομές ή ακόμη και σε μεθόδους ανάλυσης που σχετίζονται με μόρια. Η χρήση του είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να απαντηθεί και σε προφορική εξήγηση από επιστήμονες.
La estructura molecular del agua es H2O.
(Η μοριακή δομή του νερού είναι H2O.)
Los estudios moleculares son fundamentales para entender la biología.
(Οι μοριακές μελέτες είναι θεμελιώδεις για να κατανοήσουμε τη βιολογία.)
Επειδή η λέξη "molecular" δεν έχει πολλούς ιδιωματικούς συνδυασμούς στην ισπανική γλώσσα, οι παρακάτω προτάσεις δείχνουν τη χρήση της σε επιστημονικά συμφραζόμενα:
La biología molecular ha avanzado mucho en las últimas décadas.
(Η μοριακή βιολογία έχει προχωρήσει πολύ τις τελευταίες δεκαετίες.)
El análisis molecular es clave para el desarrollo de nuevos medicamentos.
(Η μοριακή ανάλυση είναι κλειδί για την ανάπτυξη νέων φαρμάκων.)
Los métodos moleculares permiten identificar cepas de virus.
(Μοριακές μέθοδοι επιτρέπουν την αναγνώριση στελεχών ιών.)
Η λέξη προέρχεται από τη λατινική λέξη "molecularis", που σημαίνει "σχετικό με μόρια", από το "molecule" (μόριο), που με τη σειρά του προέρχεται από το λατινικό "molecula", diminutive του "moles", που σημαίνει "μάζα" ή "σημαντική ποσότητα".
químico (χημικός)
Αντώνυμα: