Η λέξη "mollera" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/mɔˈle.ɾa/
Ο όρος "mollera" αναφέρεται σε διάφορες έννοιες, κυρίως σχετικές με την ιατρική και την ανατομία. Στη ιατρική, "mollera" αναφέρεται στο μαλακό σημείο στο κρανίο των νεογέννητων και των βρεφών, όπου τα οστά του κρανίου δεν έχουν συγκολληθεί πλήρως. Είναι σημαντικό για την ανάπτυξη του εγκεφάλου και μπορεί να εξεταστεί κατά τη διάρκεια ιατρικών εξετάσεων.
Η χρήση της λέξης είναι συχνή στο ιατρικό περιβάλλον, ιδιαίτερα σε κλινικές ή ανατομικές συζητήσεις σχετικά με την ανάπτυξη των παιδιών.
Το μαλακό σημείο ενός μωρού μπορεί να είναι πολύ ευαίσθητο αν δεν πάρει την κατάλληλη προσοχή.
Un golpe en la mollera puede causar preocupaciones en los padres.
Η λέξη "mollera" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την προστασία ή την ανάπτυξη της νεότητας.
"Μην ανησυχείς, το μαλακό σημείο του παιδιού σου είναι καλά."
"Es fundamental cuidar la mollera de los bebés en los primeros meses."
"Είναι θεμελιώδους σημασίας να προστατεύουμε το μαλακό σημείο των μωρών τους πρώτους μήνες."
"La mollera puede cerrarse de forma natural con el tiempo."
Η λέξη "mollera" προέρχεται από το ισπανικό "molla", που σημαίνει "μαλακό", και έχει τη ρίζα της στην αραβική λέξη "مَوَادّ" (mawād), που σημαίνει "μαλακό ή απαλό".
Συνώνυμα: - Punto blando (μαλακή περιοχή) - Fontanela (φωτεινός θόλος)
Αντώνυμα: - Hueso (κόκαλο) - Duro (σκληρό)