Η λέξη "monada" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους (la).
Η φωνητική της μεταγραφή είναι: [moˈna.ða]
Στα Ισπανικά, η λέξη "monada" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι χαριτωμένο, όμορφο ή ευχάριστο. Συχνά χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε παιδικά ή κατοικίδια ζώα, καθώς και σε αντικείμενα που ενέχουν μια γλυκιά ή γοητευτική ποιότητα. Είναι πιο συχνά στον προφορικό λόγο, κυρίως σε ανεπίσημες συνομιλίες.
Esta perro es una monada.
Αυτό το σκυλί είναι μια χαριτωμένη γλύκα.
Mira qué monada de vestido lleva.
Κοίτα τι χαριτωμένο φόρεμα φοράει.
Η λέξη "monada" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που εκφράζουν θαυμασμό ή τρυφερότητα, όπως:
Esa niña es una monada.
Αυτή η κοπέλα είναι μια κουκλίτσα.
Me encantan las monadas que hace tu hermana.
Μ'αρέσουν οι γλυκές δημιουργίες που κάνει η αδερφή σου.
No puedo resistirme a esa monada de gato.
Δεν μπορώ να αντισταθώ σε αυτή τη χαριτωμένη γάτα.
Es una monada el detalle que has hecho para su cumpleaños.
Είναι μια γλύκα η λεπτομέρεια που έκανες για τα γενέθλιά του.
Η λέξη "monada" προέρχεται από την ισπανική λέξη "mono", που σημαίνει "πιθηκάκι" ή "χαριτωμένος" από την αρχαία ισπανική λέξη "monino". Η έννοια επεκτάθηκε για να περιλαμβάνει κάτι που είναι γλυκό ή αξιολάτρευτο.
Συνώνυμα: - Galletita (μπισκοτάκι) - Bonito (όμορφο) - Dulzura (γλυκύτητα)
Αντώνυμα: - Horrendo (απαίσιο) - Desagradable (δυσάρεστο) - Feo (άσχημο)