Το "mondar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /monˈdaɾ/
Η λέξη "mondar" σημαίνει κυρίως "να καθαρίσω" ή "να ξεφλουδίσω". Χρησιμοποιείται συνήθως για να υποδείξει την πράξη αφαίρεσης του εξωτερικού στρώματος ή της φλούδας από μια τροφή, συνήθως φρούτα ή λαχανικά. Η συχνότητα χρήσης του είναι υψηλή, ιδιαίτερα στον προφορικό λόγο.
Θα καθαρίσω την πορτοκαλιά πριν την φάω.
Ella siempre manda a mondar las verduras antes de cocinarlas.
Αυτή πάντα στέλνει να καθαρίζουν τα λαχανικά πριν τα μαγειρέψει.
¿Me ayudas a mondar las manzanas?
Η λέξη "mondar" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές φράσεις, αν και δεν είναι ευρέως διαδεδομένη με συγκεκριμένες εκφράσεις.
Να απογυμνώσω κάποιον από τις κριτικές.
Me dejaron mondado de preocupaciones.
Με άφησαν απογυμνωμένο από ανησυχίες.
Esta tarea me tiene mondado.
Η λέξη "mondar" προέρχεται από το λατινικό "mundare", που σημαίνει "να καθαρίσω" ή "να απομακρύνω".