monedas - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

monedas (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Λέξη: monedas
Μέρος του λόγου: Ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /moˈnedas/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Μετάφραση: νομίσματα

Σημασία της λέξης

Η λέξη "monedas" είναι ο πληθυντικός αριθμός της λέξης "moneda", που σημαίνει "νόμισμα" ή "κέρμα". Χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε νομισματικές μονάδες που κυκλοφορούν ή σε διάφορους τύπους κερμάτων. Στη γλώσσα των Ισπανών, η χρήση της λέξης "monedas" είναι συχνή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ιδίως σε οικονομικά ή καθημερινά συμφραζόμενα.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. Las monedas están en la mesa.
    Μετάφραση: Τα νομίσματα είναι στο τραπέζι.

  2. Necesito monedas para el parquímetro.
    Μετάφραση: Χρειάζομαι νομίσματα για το παρκινγκ.

  3. Él colecciona monedas antiguas.
    Μετάφραση: Αυτός συλλέγει παλιά νομίσματα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "monedas" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:

  1. No vale un peso ni una moneda.
    Μετάφραση: Δεν αξίζει ούτε ένα πέσο ούτε ένα νόμισμα.

  2. Contar monedas.
    Μετάφραση: Να μετράς νομίσματα (αναφέρεται στις οικονομικές υποθέσεις ή στη λογοδοσία).

  3. Hacer monedas.
    Μετάφραση: Να κάνεις νομίσματα (σημαίνει να κερδίζεις χρήματα, συνήθως με αναφορές σε μικρές οικονομικές ευκαιρίες).

  4. En tiempos de crisis, las monedas son más valiosas.
    Μετάφραση: Σε καιρούς κρίσης, τα νομίσματα είναι πιο πολύτιμα.

Ετυμολογία

Η λέξη "moneda" προέρχεται από τη λατινική λέξη "moneta", και σχετίζεται με τον θεό Κεράντα (Moneta) που προστάτευε τα νομίσματα στην αρχαία Ρώμη. Η χρήση της λέξης επεκτάθηκε για να περιγράψει τα κέρματα και τα νομίσματα γενικότερα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- billetes (χαρτονομίσματα)
- monedas de curso legal (νομίσματα που νόμιμα κυκλοφορούν)

Αντώνυμα:
- deudas (χρέη)
- gastos (έξοδα)



23-07-2024