monja - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

monja (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "monja" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "monja" στα Ισπανικά είναι [ˈmon.xa].

Επιλογές μετάφρασης στα Ελληνικά

Σημασία και χρήση

Η λέξη "monja" αναφέρεται σε μια γυναίκα που έχει αφιερωθεί στην θρησκευτική ζωή, συχνά ως μέλος μιας μονής ή ενός θρησκευτικού τάγματος. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, καθώς η έννοια αυτή είναι κοινώς γνωστή στη Ισπανική γλώσσα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα: - Las monjas de la convento realizan labores comunitarias. - Οι μοναχές της μονής πραγματοποιούν κοινοτικές εργασίες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "monja" «ενεργεί» σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις, αν και δεν είναι τόσο διαδεδομένες. Ακολουθούν μερικές δυνατότητες:

Ετυμολογία

Η λέξη "monja" προέρχεται από τη λατινική λέξη "monacha", η οποία με τη σειρά της προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό "μοναχός" (μοναχός), που σημαίνει «αυτός που ζει μόνος».

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Monja – καλογριά - Religiosa – θρησκευτικός/ή

Αντώνυμα: - Laico/a – κοσμικός/ή - Seglar – λαϊκός/ή

Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν τη λέξη "monja" και τη χρήση της στην Ισπανική γλώσσα, παρέχοντας μια ολοκληρωμένη εικόνα της έννοιας, των χρήσεων και των σχετικών στοιχείων.



23-07-2024