Mora: Ουσιαστικό
/ˈmo.ɾa/
Η λέξη mora αναφέρεται συνήθως σε μικρού μεγέθους φρούτα, συγκεκριμένα στα μούρα, όπως τα σμέουρα ή τα βατόμουρα. Στη βοτανική ορολογία, η "mora" μπορεί να αναφέρεται και σε άλλες ποικιλίες φρούτων. Η χρήση της μέσω του ισπανικού γλωσσικού πλαισίου είναι συνήθως περισσότερο γραπτή, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο.
Las moras son ricas en antioxidantes.
Τα μούρα είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά.
Me gusta hacer mermelada de mora.
Μου αρέσει να φτιάχνω μαρμελάδα από μούρα.
Η λέξη mora δεν ανήκει σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φράσεις που εκφράζουν τον πλούτο ή τη γεύση:
Más dulce que una mora en su punto
Πιο γλυκό από ένα μούρο στο καλύτερό του (αναφέρεται σε κάτι πολύ γλυκό ή ευχάριστο).
A veces la mora trae espinas
Μερικές φορές το μούρο φέρνει αγκάθια (υπονοεί ότι κάτι που φαίνεται καλό μπορεί να έχει δυσκολίες).
Como mora en la brisa
Σαν μούρο στον αέρα (αναφέρεται σε κάτι έχει μια αίσθηση ελαφρότητας ή ευχάριστου).
Η λέξη προέρχεται από τη Λατινική λέξη "mora", που επίσης σημαίνει μούρο. Η χρήση της στον ισπανικό γλωσσικό χώρο χαρακτηρίζεται από την έντονη σύνδεση με την καλλιέργεια φρούτων.
Συνώνυμα: - Frambuesa (σμέουρο) - Zarzamora (βατόμουρο)
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα καθώς η λέξη αναφέρεται σε συγκεκριμένο τύπο φρούτου. Ωστόσο, μπορεί να θεωρηθεί ότι φρούτα που δεν είναι γλυκά ή δεν έχουν την ίδια υφή θα μπορούσαν να είναι αντίθετα στην πολυπλοκότητά τους.
Αυτή είναι η λεπτομερής ανάλυση της λέξης mora στα Ισπανικά, καλύπτοντας διάφορες πτυχές της.