Το "morocho" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /moˈɾotʃo/
Η λέξη "morocho" χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει άτομα με σκούρα μαλλιά και/ή σκούρο δέρμα. Σε ορισμένες χώρες, μπορεί επίσης να υποδηλώνει άτομα που είναι δίδυμα ή έχουν κοντινές σωματικές ομοιότητες. Η χρήση της μπορεί να ποικίλλει ανά περιοχή, με ιδιαίτερη προτίμηση σε προφορικές συζητήσεις περισσότερο από ότι σε γραπτά κείμενα.
"Το σκούρο αγόρι παίζει στο πάρκο."
"Tengo un amigo morocho que siempre me ayuda."
"Δεν είμαι σκούρος, αλλά έχω ισχυρό χαρακτήρα."
"El morocho del barrio es muy querido por todos."
"Ο σκούρος της γειτονιάς είναι πολύ αγαπητός από όλους."
"Siempre confundo a los gemelos, son dos morocho idénticos."
Η λέξη "morocho" προέρχεται από το ισπανικό "moro", που σημαίνει "Μαυριτανός" ή "σκούρος". Η λέξη ενσωματώνει την ιδέα του σκότους ή της σκούρας απόχρωσης.
"oscuro" (σκοτεινός)
Αντώνυμα:
Η λέξη "morocho" έχει ποικιλία χρήσεων και σημασιών ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή και το κοινωνικό πλαίσιο.