Η λέξη "mortero" είναι ένα ουσιαστικό (sustantivo) στη γλώσσα Ισπανικά.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "mortero" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /morˈte.ɾo/
Η λέξη "mortero" χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς και έχει πολλές σημασίες:
Η χρήση της λέξης ποικίλει ανάλογα με το πλαίσιο, αλλά γενικά χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό λόγο, κυρίως σε τεχνικά και στρατιωτικά κείμενα. Στον προφορικό λόγο, μπορεί επίσης να συναντηθεί, αλλά σε πιο συγκεκριμένα θεματικά πλαίσια.
Ο μάρμαρος χρησιμοποιήθηκε για να ανακατευτεί το τσιμέντο.
El soldado disparó el mortero desde una posición elevada.
Ο στρατιώτης πυροβόλησε τον όλμο από μια υψηλή θέση.
En la farmacia, usaron un mortero para triturar la medicina.
Η λέξη "mortero" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:
Μετάφραση: "Η συνάντηση κατέληξε να είναι μια αναταραχή και δεν μπορέσαμε να καταλήξουμε σε συμφωνίες."
"Poner mortero en el asunto" (να βάλεις μάρμαρο στο θέμα) σημαίνει να κάνεις κάτι πιο σοβαρό ή να προσθέσεις βάρος σε μια κατάσταση.
Η λέξη "mortero" προέρχεται από το λατινικό "mortarium", το οποίο αναφερόταν σε ένα δοχείο για την άλεση ή την ανάμειξη υλικών.
Συνώνυμα: - Mazo (για το στρατιωτικό πλαίσιο) - Concreto (σε κατασκευαστικά πλαίσια)
Αντώνυμα: - Desmontar (καταστρέφω) - Deshacer (ανοίγω)
Αυτή είναι η ολοκληρωμένη ανάλυση για τη λέξη "mortero".