mortificar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

mortificar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "mortificar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

[mor.ti.fi.ˈkar]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "mortificar" χρησιμοποιείται σε διάφορες καταστάσεις που περιλαμβάνουν το να προξενήσει σωματική ή ψυχική ταλαιπωρία σε κάποιον. Συχνά αναφέρεται σε ψυχολογική και ηθική πίεση ή ακόμα και σε αίσθημα ντροπής. Χρησιμοποιείται συχνά και στον νομικό τομέα για να περιγράψει πράξεις που παραβιάζουν τα δικαιώματα ή την αξιοπρέπεια ενός ατόμου.

Η χρήση της λέξης είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ωστόσο φαίνεται να είναι πιο διαδεδομένη σε μορφές γραπτού λόγου, όπως στη λογοτεχνία και τις νομικές αναφορές.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. "El abuso puede mortificar a una persona durante años."
  2. "Η κακοποίηση μπορεί να βασανίσει ένα άτομο για χρόνια."

  3. "Ella se sintió mortificada por los comentarios despectivos."

  4. "Αυτή ένιωσε ντροπιασμένη από τα απαξιωτικά σχόλια."

  5. "Mortificar a alguien no es una forma adecuada de resolver conflictos."

  6. "Να βασανίζεις κάποιον δεν είναι μια κατάλληλη μορφή επίλυσης συγκρούσεων."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "mortificar" χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις που συνδυάζουν την έννοια της ντροπής ή της ψυχικής ταλαιπωρίας.

  1. "No quiero mortificar a mis amigos con mis problemas."
  2. "Δεν θέλω να βασανίσω τους φίλους μου με τα προβλήματά μου."

  3. "Las críticas constantes pueden mortificar a un artista."

  4. "Οι συνεχείς κριτικές μπορεί να βασανίσουν έναν καλλιτέχνη."

  5. "Mortificar los errores del pasado no ayuda a avanzar."

  6. "Το να βασανίζεις τα λάθη του παρελθόντος δεν βοηθάει στην πρόοδο."

  7. "Sentirse mortificado por un fracaso es normal."

  8. "Το να νιώθεις ντροπιασμένος για μια αποτυχία είναι φυσιολογικό."

  9. "A veces, nos mortificamos innecesariamente por las opiniones ajenas."

  10. "Κάποιες φορές, βασανιζόμαστε αδικαιολόγητα για τις απόψεις των άλλων."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "mortificar" προέρχεται από το λατινικό "mortificare", το οποίο συνδυάζει το "mors" (θάνατος) και το "facere" (να κάνεις). Σημαίνει "να προκαλέσεις θάνατο" ή "να επηρεάσεις την ύπαρξη κάποιου".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Torturar (να βασανίσει) - Avergonzar (να ντροπιάσει)

Αντώνυμα: - Aliviar (να ανακουφίσει) - Consolar (να παρηγορήσει)



23-07-2024