Το "mosquito" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
/ Mosˈkito /
Ο όρος "mosquito" αναφέρεται σε ένα μικρό έντομο που ανήκει στην οικογένεια των Culicidae και είναι γνωστό κυρίως για την ικανότητά του να τσιμπάει και να μεταφέρει ασθένειες όπως ο δάγκειος πυρετός και ο ιός Ζίκα. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται συχνά στους τομείς της βιολογίας, της ιατρικής, καθώς και σε πιο καθημερινές συζητήσεις σχετικές με υγεία και περιβάλλον. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενο στον προφορικό λόγο, αλλά εμφανίζεται και στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε επιστημονικά κείμενα.
Η λέξη "mosquito" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε κάποιες περιπτώσεις που σχετίζονται με ενοχλήσεις ή ασθένειες. Ορισμένες εκφράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν:
(Έχει τη στάση ενός κουνουπιού.) – Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι ενοχλητικός ή πιεστικός.
"No dejes que los mosquitos te molesten."
(Μην αφήνεις τα κουνούπια να σε ενοχλούν.) – Χρησιμοποιείται για να ενθαρρύνει κάποιον να μην αφήνει άλλους να τους ενοχλούν.
"Echarle insecticida a los mosquitos."
Η λέξη "mosquito" προέρχεται από τα ισπανικά, όπου το "mosca" σημαίνει "μύγα". Η κατάληξη "-ito" προσδίδει μια έννοια μικρότητας, επομένως η λέξη μεταφράζεται ως "μικρή μύγα".
"mosca" (μύγα, αν και δεν είναι ακριβώς το ίδιο)
Αντώνυμα: