mudo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

mudo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

η λέξη "mudo" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/muðo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "mudo" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που δεν έχει τη δυνατότητα να ακούει ή να μιλάει. Στην Ισπανική γλώσσα, η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε κοινωνικά και νομικά συμφραζόμενα, όπως και στον τομέα ιατρικής, αναφερόμενη σε ανυποληψία ή δυσκολία στην επικοινωνία. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El niño es mudo y necesita ayuda especial.
  2. Το αγόρι είναι κωφό και χρειάζεται ειδική βοήθεια.

  3. La ley protege los derechos de los mudos en la sociedad.

  4. Ο νόμος προστατεύει τα δικαιώματα των κωφών στην κοινωνία.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "mudo" δεν είναι πολύ κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένα συμφραζόμενα.

  1. A veces, el silencio es mudo.
  2. Μερικές φορές, η σιωπή είναι κωφή.

  3. Estar mudo como una piedra.

  4. Να είσαι κωφός σαν μια πέτρα (δηλαδή, πολύ σιωπηλός ή ανενεργός).

  5. No es mudo, simplemente elige no hablar.

  6. Δεν είναι κωφός, απλώς επιλέγει να μην μιλάει.

Ετυμολογία

Η λέξη "mudo" προέρχεται από τα λατινικά "mutus", που σημαίνει "σιωπηλός" ή "βουβός".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



22-07-2024